Σήμερα για 2 λόγους ξαναβάζω την 1η ανάρτηση που έγραψα στο Blog μου.
1ον γιατί σήμερα το Blog κλείνει 1 χρόνο και 2ον λόγω της γιορτής της Γυναίκας (δεν μου αρέσουν οι επέτειοι το έχω ξαναπεί) και αυτή η ανάρτηση ουσιαστικά μιλάει για την Γυναίκα !!!
Συγκινούμαι πολύ όταν την ξαναδιαβάζω... όπως και σήμερα.
**********************************************************************************
Όταν είδα το 1ο επεισόδιο του Καρυωτάκη στην ΕΤ1 μπορώ να πω ότι μου άρεσε πολύ. Λίγο ο μύθος του Καρυωτάκη που αυτοκτόνησε (έτσι αρχίζει το 1ο επεισόδιο, με το πιστόλι στην καρδιά) λίγο ο ρομαντισμός της εποχής που μας θυμίζει τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες της γιαγιάς και του παππού, λίγο το μεράκι μου προς την ποίηση με έκανε να στέκομαι με προσμονή μπροστά από την τηλεόραση κάθε Πέμπτη στις 10 το βράδυ. Από τότε όμως που εμφανίστηκε η Μαρία Πολυδούρη (Μαρία Κίτσου) ο μεγάλος έρωτας του Καρυωτάκη, καθηλώθηκα. Στο σήριαλ καταγράφεται η ζωή της από τα μαθητικά της χρόνια, από τότε που έγραψε τα πρώτα της ποιήματα.
Προσωπικά δεν την ήξερα παρά μόνο σαν τον έρωτα του Καρυωτάκη σε κάτι παλιά διαβάσματα της εφηβείας. Δεν ήξερα τίποτα γι' αυτή ούτε καν ότι έγραψε ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια που τραγουδάει η Ελευθερία Αρβανιτάκη σε μελοποίηση του Δημήτρη Παπαδημητρίου (Γιατί μ' αγάπησες).
Ο δυναμικός της χαρακτήρας, το ανήσυχο πνεύμα της, ο ρομαντισμός της και η λαχτάρα της για έρωτα (όχι μόνο όπως τον εννοούν οι περισσότεροι) ήταν μερικά χαρακτηριστικά που την έκαναν μοναδική. Όταν μιλούσε είχε πάντα τα μάτια της ανασηκωμένα προς τον ουρανό σαν να ήθελε να πετάξει. Όταν περιέγραφε, ένα απαλό μηδίαμα ξεδίπλωνε τη λαχτάρα για ζωή, για περιπέτειες, για εμπειρίες.
Οι περισσότεροι άνδρες ήταν ερωτευμένοι μαζί της. Δεν ήταν καθόλου δύσκολη "λεία" για τα πεινασμένα αρσενικά της εποχής (1920) αφού τις περισσότερες φορές αυτή έκανε την πρώτη κίνηση και μιλούσε. Δεν την ένοιαζαν τα σχόλια και τα κουτσομπολιά ούτε μήπως φανεί εύκολη. Ήταν η πρώτη γυναίκα στην εποχή της που μπήκε σε καφενέ και έπαιξε τάβλι. Παρά τις έντονες αντιδράσεις των θαμώνων κατάφερε όχι μόνο να την δεχτούν αλλά και να τη συμπαθήσουν και να την αντιμετωπίζουν με σεβασμό.
Μετά το τέλος του προηγούμενου επεισοδίου έψαξα για να μάθω περισσότερα γι αυτήν. Να δω την βιογραφία της. Τότε κατάλαβα γιατί με καθήλωσε ο χαρακτήρας της. Εγκαταλείπει το δημόσιο (που μπήκε για χάρη του Πατέρα της) πηγαίνει στο Παρίσι και σπουδάζει ραπτική ( εντελώς άσχετο με τις Νομικές σπουδές της ) αλλά δεν προλαβαίνει να εργαστεί γιατί νοσεί από φυματίωση. Πεθαίνει το 1930.
Διάβασα τα ποιήματά της. Πολλά και μικρά τα περισσότερα. Δεν τα θυμάμαι εκτός το "Γιατί μ' αγάπησες" κι' αυτό περισσότερο τη μελωδία του γιατί την έχω ακούσει πολλές φορές. Μου άφησαν όμως μια "δροσιά μελαγχολίας" όσο και αδόκιμος κι αν ακούγεται ο όρος. Δεν ξέρω, ίσως στη συνέχεια του σήριαλ ο χαρακτήρας να μην ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μου αλλά ένιωσα να γράψω για το μεγαλείο της ψυχής που αναβλύζει από τα λόγια της και την προσωπικότητά της.
Αυτό όμως που με έκανε να τη θαυμάσω και να γράψω γι' αυτή είναι μία έκφρασή της σε μια σκηνή όπου έχει βγει το 2ο ραντεβού με τον Καρυωτάκη σε μια Ταβέρνα. Όταν ο Καρυωτάκης φωνάζει το γκαρσόν για λογαριασμό εκείνη με περηφάνια χρωματισμένη με γλυκύτητα λέει :
"Θα μου κάνετε το χατήρι κ. Καρυωτάκη να ΜΟΙΡΑΣΤΟΥΜΕ τον λογαριασμό".
Και μιλάμε για το 1920 όπου οι γυναίκες δεν ψήφιζαν ακόμα.
Αυτή η έκφραση τα περικλείει όλα!!!!
Share to Facebook (Αν θέλετε να κάνετε Share μόνο τη συγκεκριμένη Ανάρτηση, τότε κάνετε κλικ στον Τίτλο της και μετά πατάτε το κουμπί του Share)
Για σχόλια πατήστε στην λέξη .... " σχόλια "