********* ********************** DSV Blog

Τρίτη, Νοεμβρίου 28, 2023

Βόλτα στο Πήλιο με Μηχανές, μία εβδομάδα πριν... Οδοιπορικό μετά τις Καταστροφές από τις Πλημμύρες !!!



DSV BLOG

Παρακαλώ γράψτε ένα Σχόλιο ή μία Παρατήρηση για την Ανάρτηση ή και Γενικά για το Blog 




Αυτή η τεράστια Κρίση που δεν είναι ακόμα ούτε στην μέση ... θα ξεκαθαρίσει τους Ανθρώπους από τα Καθάρματα... Τον Άνθρωπο ... απ τον Ανθρωπάκο !!!


Εδώ και 3 μήνες ... δλδ από Five Elleven και μετά ... τον περισσότερο καιρό ζω με 5 ευρώ την μέρα που μου στέλνει ο Συνεργάτης μου... και έχουν μαζευτεί πολλά ... και έχει και Οικογένεια ... και ... 

Αλλά οκ ... έχει τον προϋπολογισμό του ... Με 5 ευρώ την μέρα είναι σχεδόν το ίδιο ... Τι 40 πχ. τι 45 ? Για αυτό και δεν έχω ξεπουληθεί εντελώς ... 

Όπως προχθές ... μια ... αχαρακτήριστη ... μου έφερε μια Γύφτισα ( ναι ήταν Ρομά αλλά το λέω Υποτιμητικά ... Όπως λέμε .. φέρεσαι σαν Γύφτος ) ... και για ΟΛΑ τα πράγματα που είχα στο Σαλόνι ... τα οποία ήταν Αξίας 10.000 ευρώ και το λέω και χαμηλά ... μου πρότεινε μέσω διαμεσολαβητού ( που όπως το κόβω ... μάλλον θα έβγαζε κι αυτή )  να τα πάρει ΟΛΑ ... με 120. 

Μόνο που δεν της έσπασα το κεφάλι όταν το έμαθα από την διεμεσολαβήτρια... και την είδα ότι Σκυφτά Σκυφτά ... πήγαινε προς τα έξω ... για να μην την Αρπάξω ... Μόνο τα Καλά Πιρούνια ήταν 50 κομμάτια και παραπάνω ... Πόσα Κουτάκια .. Κούπες και ποτήρια Κρυστάλλινα και και και ... Δλδ αν τα έδινα ... ήταν σαν να τα έδινα 10 λεπτα το τεμάχιο ... Κάδρα και Πίνακες ... και Χαλιά ... ήθελε 120 ευρώ ... Πως δεν την Άρπαξα ... δεν μπορώ να καταλάβω ... !!!

Σαν τον Καριόλη τον Πρώην Μάστορα για το αυτοκίνητο ... Τότε που η Μάνα μου είχε ένα μεγάλο πρόβλημα υγείας και έδωσα τα πάντα και ήμουν με 5 ευρώ στην τσέπη για 5 μέρες ακόμα ... μου λέει ... έλα πάμε αύριο στην Εφορία και με 800 ευρώ στο αγοράζω. 800 ευρώ ρε Μαλάκα μόνο ? του λέω ... Ε ναι μωρέ .. δεν πιάνει παραπάνω ... και πριν λίγο καιρό το πουλούσα Ανετα 2300.

ΚΑΡΙΟΛΗΔΕΣ - ΓΑΜΗΜΕΝΟΙ ΕΚΜΕΤΑΛΕΥΤΕΣ ... ΚΑΙ "Φίλοι" Ψυχοπονιάρηδες. Αλλά το θέαμα του Διακονιάρη Ζητιάνου ... είναι όσο να ναι Ανεβαστικό. Ξέρετε πόσοι χαίρονται όταν σε βλέπουν πεσμένο και κολλημένο στις Λάσπες ??? Ξέρετε πόσα γουρούνια νιώθουν ευχαρίστηση, επειδή κι εσύ ( έστω με άλλο τρόπο ...  ) αναγκάζεσαι να κυλιστείς στα Βρομερά Λασπώδη Λύματα ???

Αλλά καλά να Πάθω... Καλά να πάθω ... γιατί δεν κρατάω για μένα ... Τα δίνω ΟΛΑ ... τα μοιράζω ... και όταν χρειάζομαι εγώ ... κλείνουν όλες οι Κάνουλες από Όσους έχω δώσει τα Πάντα. Και με βλέπουν ότι είμαι έτσι ... και δεν ... Μόνο όταν βλέπουν ότι θα βγάλουν κέρδος ... τότε και μόνο μου προτείνουν να μου δώσουν. 

Αλλά αν το Κέρδος έρθει ???  Δεν θα μου πούνε δώσε ? Θα πέσουν Κεφάλια ... Βέβαια ... έκοψα 2 - 3 - 4 τοξικές σχέσεις που μου έδιναν και τώρα δεν υπάρχουν να μου δώσουν και γι αυτό ζορίστηκα ... Αλλά Οκ ... Τέτοια Κατάσταση δεν έχουν ζήσει Γιαγιές 100 χρόνων ... θα μπορούσα να την περάσω Αναίμακτα ? Αφού ζω ακόμα ... οκ ... 


Θα τα πούμε όμως με έναν έναν διαφορετικά. Όπως μια κοπέλα που είχα βάλει προχθές σε ένα βίντεο έλεγε ότι δούλευε σε ψητοπωλείο 14 χρόνων και καθάριζε και την τουαλέτα και σφουγγάριζε ... και της έδινε ο Βαγγέλας 5 ευρώ την μέρα. Και δάκρυσε ... Και γυρνάει στην Κάμερα και λέει ... Βαγγέλα ... θα σε βρω ρε ... Θα σε βρω ... και θα σου δώσω ότι σου Χρωστάω.

Αργά ή γρήγορα έρχεται η Θεία Δίκη... Και πονάει πάρα πολύ να ξέρετε ... Αλλά Κάθε Κουφάλα μπαίνει στον Πάγκο της ... 

Κάθε Κουφάλα !!! γαμημένη ...  

Αυτή η τεράστια Κρίση που δεν είναι ακόμα ούτε στην μέση ... θα ξεκαθαρίσει τους Ανθρώπους από τα Καθάρματα. 
Τον Άνθρωπο ... απ τον Ανθρωπάκο !!! 

--------------------------------------------


Ενας ύμνος γι’ αυτούς που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα!
 
23.01.21 10:17
Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος*

ΟΧανς Φαλάντα (Hans Fallada) με το ογκώδες αυτό μυθιστόρημα που έγραψε «απνευστί» μέσα σε τέσσερις μήνες (19 Οκτωβρίου 1931 – 19 Φεβρουαρίου 1932) και είναι αυτό που τον καταξίωσε παγκοσμίως, μας μεταφέρει στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου.

Η ηττημένη και ταπεινωμένη από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο Γερμανία πάσχιζε να ορθοποδήσει, ανάμεσα σε κοινωνικές αναταραχές, εξεγέρσεις, αποτυχημένα πραξικοπήματα, οικονομικά κραχ, ύφεση και πληθωρισμό. Στη χρονική περίοδο που γράφει ο Φαλάντα ο αριθμός των ανέργων ξεπερνά τα 6.000.000.

ADVERTISING

Η αδυναμία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης να ανορθώσει οικονομικά και κοινωνικά τη χώρα, να εδραιώσει την κοινοβουλευτική δημοκρατία και να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο επιβίωσης στους πολίτες, αναπόφευκτα οδηγεί τη Γερμανία στην αγκαλιά των Εθνικοσοσιαλιστών. Οταν στις 30 Ιανουαρίου 1933 ο πρόεδρος Χίντεμπουργκ αναγορεύει καγκελάριο τον Χίτλερ (του οποίου το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα είχε έλθει πρώτο σε ψήφους στις εκλογές του Νοεμβρίου 1932 με ποσοστό 33,1% και σε αυτές του Ιουλίου του ιδίου χρόνου είχε πάρει 37,4%), η μεγάλη νύχτα του τρόμου και της απόλυτης καταστροφής για τη Γερμανία, την Ευρώπη και όλον τον κόσμο μόλις άρχιζε.


Σ’ αυτές τις στιγμές, λίγο δηλαδή πριν ανέλθουν οι ναζί στην εξουσία, το Βερολίνο είναι μια τεράστια πόλη που δεν μπορεί όμως να βοηθήσει τους κατοίκους του. Τους αφήνει, τους περισσότερους, (γιατί βεβαίως υπάρχουν και οι μεγαλοαστοί, βιομήχανοι, τραπεζίτες κ.λπ.. που περνούν εξαίσια), να βιώνουν τη δυστυχία, την ανέχεια, τον φόβο της απόλυσης, το φάσμα της ανεργίας.

Οι μικροϋπάλληλοι, οι εργάτες, οι καταφρονεμένοι, οι κατατρεγμένοι, αυτοί που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, που δεν έχουν στέγη να στεγάσουν την οικογένειά τους, που μετράνε και το τελευταίο πφένιχ, όλοι αυτοί που είναι στο περιθώριο, αποτελούν τον καμβά πάνω στον οποίο ο Φαλάντα απεικονίζει την ανέχειά τους.

Καταγράφοντας τη ζωή του νιόπαντρου και πολύ ερωτευμένου ζευγαριού, Γιοχάνες και Εμας Πίνεμπεργκ, ο Φαλάντα μιλάει δυνατά για όλους αυτούς που ξεκινάνε από πολύ χαμηλά, με όνειρα, δύναμη και θέληση για έναν καλύτερο κόσμο και ένα καλύτερο αύριο κι όμως δεν θα μπορέσουν να φτάσουν πουθενά. Θα μείνουν εκεί χαμηλά μέχρι να κατακρημνισθούν εντελώς. Κι αυτό, γιατί το σύστημα τους συνθλίβει. Ενώ αυτοί πασχίζουν για αξιοπρέπεια, το σύστημα τους ποδοπατά. «Αν θα ψοφήσω ή όχι» λέει ο Γιοχάνες, το σύστημα και οι κρατούντες «το ’χουν γραμμένο στα παλιά τους τα παπούτσια, αν θα μπορώ να πάω σινεμά ή όχι, το ίδιο τους κάνει, αν το Μανάρι [η γυναίκα του που είναι έγκυος] μπορεί να τρέφεται σωστά ή αν ανησυχεί πολύ, αν ο Μπόμπιρας [που θα γεννηθεί] θα είναι ευτυχισμένος ή δυστυχισμένος – ποιος νοιάζεται;».

Ενώ δίνουν μάχες να ζήσουν τίμια, ηθικά, έντιμα, οι εργοδότες τους, που δεν λογοδοτούν πουθενά, τους εξουθενώνουν ψυχικά, οικονομικά, κοινωνικά. «Εκατόν εβδομήντα μάρκα καθαρά!» τον μήνα μονολογεί ο Γιοχάνες, πώς να περάσουμε; «Αυτοί οι ληστές μήπως χολοσκάν να μάθουν πως τα βγάζει πέρα κανείς; Λένε πάντα πως οι άλλοι τα βγάζουν πέρα με πολύ λιγότερα. Και για κάτι τέτοιο έχεις το δικαίωμα να το βουλώνεις και να σέρνεσαι!».

Ο Πίνεμπεργκ «είναι ένας υπαλληλάκος», λέει ο Φαλάντα, «που του ’δωσαν να καταλάβει από πολύ νωρίς ότι δεν είναι τίποτε το ξεχωριστό, παρά κάτι σα ζωάκι, που του επιτρέπουν να ζήσει ή να ψοφήσει». Και ενώ αγωνίζεται για αξίες στη ζωή τη δική του και της οικογένειάς του «τα χοντρά φαλακρά καθάρματα εκεί-πάνω» (τα αφεντικά, ο προσωπάρχης και οι διευθυντές) προσπαθούν να του πάρουν και την τελευταία ικμάδα, ακόμη και το χαμόγελό του και το όνειρό του, αλλά, «δεν πρέπει να τους αφήσει να του το στερήσουν κι αυτό». Ομως, καημένε Γιόχαν, παρά τον αγώνα σου, θα συνθλιβείς!

Το ερωτευμένο ζευγάρι, με τον Μπόμπιρα που έχει γεννηθεί εν τω μεταξύ, που ζει σε μια τρύπα, κι αργότερα σε μια παλιοπαράγκα (αμφότερα παντελώς ακατάλληλα για οικογένεια), διερωτάται αν έχει το δικαίωμα να γελά και μονολογεί: «Πώς μπορούμε να γελάμε, να γελάμε με την καρδιά μας σ’ έναν κόσμο σαν κι αυτόν, με τους οικονομικούς ηγήτορές του, που τόσα και τόσα λάθη διέπραξαν, να περισώζονται, και με τους μικρούς, τους ταπεινωμένους και ποδοπατημένους φουκαράδες, να δίνουν ό,τι έχουν και δεν έχουν; - Δε θα’ ταν κακό να επικρατούσε λίγο περισσότερη δικαιοσύνη, σκέφτεται το Μανάρι». Ομως δικαιοσύνη και έλεος δεν υπάρχει για τους Πίνεμπεργκ!

Ο ουρανός είναι βαρύς και μαύρος στο Βερολίνο! Είναι όμως πιο μαύρος και πιο βαρύς για τον Πίνεμπεργκ. Εχει απολυθεί εδώ και δεκατέσσερις μήνες από του Μάντελ. Δεν βρίσκει ξύλα για ν’ ανάψει τη σόμπα, λεφτά για να αγοράσει κάρβουνο δεν έχει, τρέχει να μαζέψει έξι μάρκα που χρωστούν στη γυναίκα του και πρέπει να αγοράσει με αυτά «ένα τέταρτο της λίβρας καλό βούτυρο για τον μικρό, γιατί δεν είναι καλό να τρώει συνέχεια μαργαρίνη», αλλά συνάμα πρέπει να βρει και άλλα έξι μάρκα να τα δώσει στον Πουτμπρέεζε, που του τα χρωστούν, γιατί σκέφτεται ότι «η εντιμότητα και η ακρίβεια και η ειλικρίνεια δε σε βγάζουν πουθενά, αλλά και να πάει κόντρα σ’ όλ’ αυτά, δεν το μπορεί».

Ο Φαλάντα σκύβοντας πάνω σ’ αυτούς τους κατατρεγμένους Βερολινέζους αφουγκράζεται τις σκέψεις τους, νιώθει τις πίκρες τους, ακούει τις αγωνίες τους, βλέπει τα βάσανα της ζωής τους και τα τραγουδεί, τα φωνάζει δυνατά, με απλά λόγια, χωρίς λεκτικούς ακροβατισμούς και λεκτικά υπερβατά σχήματα. Δεν ωραιοποιεί τα πράγματα. Δεν γαληνεύει τη ζωή του ζευγαριού. Δεν δίνει «αίσιον τέλος» στο μυθιστόρημά του. Μιλάει για τη ζωή, την άθλια και δύσμοιρη, των προλετάριων, των φουκαράδων, των κατατρεγμένων.

Γιατί, εν τέλει ο Πίνεμπεργκ γνωρίζει ότι αυτή η ζωή, έτσι όπως είναι φτιαγμένη, με φτωχούς και πλούσιους, με δυνατούς και δύσμοιρους, με αφεντικά και υπηρέτες, είναι απελπιστική. «Κι όταν είσαι α ν θ ρ ω π ά κ ο ς, τότε και ο Μπόμπιρας δεν θα γίνει κάτι παραπάνω από τον πατέρα του, θα τον ποδοπατήσουν κι αυτόν όσο μπορούν, αυτό είναι το μόνο σίγουρο».

Ετσι, το μήνυμα που στέλνει διαχρονικά από το 1932 μέχρι τα σήμερα ο Φαλάντα, μέσα από την παραπαίουσα και αυτοκτονούσα Δημοκρατία της Βαϊμάρης είναι ο αγώνας που πρέπει να δίνει ο κάθε άνθρωπος για μια καλύτερη κοινωνία, για ένα καλύτερο αύριο, για έναν καλύτερο κόσμο, με δικαιοσύνη, ισότητα στις ευκαιρίες και αξιοπρέπεια.

*Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών



DSV BLOG

Παρακαλώ γράψτε ένα Σχόλιο ή μία Παρατήρηση για την Ανάρτηση ή και Γενικά για το Blog