********* ********************** DSV Blog

Τετάρτη, Ιανουαρίου 01, 2014

Ψυχή και κώλος... ( ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟ )

Μια νέα μορφή πόζας αναδύεται στα social media: το γύμνωμα ψυχής (και κορμάρας).



Την είδα που την είχε κοινοποιήσει μία φίλη ( ΝΤΙΝΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ  ) και μου άρεσε πάρα πολύ ... Μου έκανε πολύ εντύπωση ότι η ανάρτηση ήταν στην αρχική σελίδα του φβ ... μία ώρα και ... και ήμουν ο πρώτος που πάτησα λάικ ... Όπως απογοητεύομαι και εγώ όταν βάζω κάτι ποιοτικό που μου αρέσει ... έχω ελάχιστα λάικ ... Σιγά μην εκτιμηθεί το καλό και το ωραίο στο φβ ... Άλλωστε για αυτό γράφει και ο Τσαγκαρουσιάνος ...

Ήμουν πολύ μαγκωμένος με το facebook, βασικά διότι είμαι μυγιάγγιχτος. Ή μάλλον ήμουν. Νόμιζα ότι ο ιδιωτικός χώρος είναι απαραβίαστος και τα κρυμμένα πράγματα γοητευτικά. Κολλήματα της γενιάς μου, που κάτω από το χαλάκι έσπρωχνε τις πομπές της. 

Μετά, μια μέρα, διάβασα μια δήλωση του Ζούκερμπεργκ, που τον κατηγορούσαν για παραβίαση προσωπικών δεδομένων στο facebook. «Μπαίνουμε σε μια εποχή μεγαλύτερης διαφάνειας, όντως» είπε. «Αλλά γιατί αυτό είναι τόσο κακό; Μη έχοντας να κρύψουν πολλά πράγματα οι άνθρωποι, ίσως γίνουν γρηγορότερα ο εαυτός τους» (δεν τα είπε έτσι ακριβώς, αλλά, εν πάση περιπτώσει).   

Έκανα λογαριασμό το 2007, κυρίως για να δω τι τρέχει, και ψιλοφρίκαρα. Να οι φωτογραφίες, να το check in, να το δικαίωμα του άλλου να σου τη λέει κατάμουτρα, να τα γούστα σου, διασυνδεδεμένα, όλα στο πιάτο. Ολοκληρωτισμός! Και το κυριότερο, σάλα-τραπεζαρία ένα. Όλοι ίσοι, όλοι ισοδύναμοι. Γύρισα στην καθέδρα μου και άφησα τον λογαριασμό σε νάρκη.

Πέρσι, όμως, που έπρεπε να αποκτήσω ένα κάποιο timeline για να μαθαίνω ειδήσεις και αντιδράσεις που τα παραδοσιακά μέσα ανακαλύπτουν άταφες, αναγκάστηκα να ακολουθήσω μερικά media. Kαι μετά ακολούθησα ανθρώπους. Και κατέληξα να ακολουθώ φίλους.

Σιγά-σιγά, σαν την παρθένα που δεν την έχει δει ο ήλιος, εδέησα να βάλω τη φωτογραφία μου. Να λέω κι ένα γεια. Να ανεβάζω φωτογραφίες του σπιτιού μου ή της ζωής μου. Διστακτικά, ακόμα. Σε τρουά-καρ, με σκιές. Όπως ο καρδιοπαθής βάζει το πόδι του στην παγωμένη θάλασσα. Άρχισα να γράφω καθημερινά πράγματα που τα αισθανόμουνα – αν και τα περισσότερα τα έσβηνα μετά, διότι δεν τα έβρισκα εξόχως συγκλονιστικά.

Όμως βαθμηδόν οι αντιστάσεις πέφτουν. Το καταληκτήριο αίσθημα είναι αυτό: ας μάθουν όλοι επιτέλους τι ύψος και τι βάρος έχω, πόσο νωθρός, χαζός ή έξυπνος είμαι, τι φόβοι, τι ποιήσεις, τι ανοησίες με ορίζουν, ότι έχω μια ελιά κάτω από τη μασχάλη και ούτω καθεξής – για να τελειώνουμε μια και καλή από αυτό το κόμπλεξ, κι ίσως στο φως της μέρας να διεκδικήσω αυτό που είμαι και τον χώρο που μου ανήκει.

Είναι ίσως παράδοξο να το λέω εγώ αυτό, που πριν από 30 χρόνια είχα μια στήλη στην «Ελευθεροτυπία» που ήταν προάγγελος του πιο ξεσαλωμένου προσωπικού μπλογκ – και όπου έγραφα, υποτίθεται, τα πιο μύχια, εξομολογητικά πράγματα, όπως περίπου εκθέτουν ξεδιάντροπα και αενάως την καρδιά τους και τον κώλο τους τα πιτσιρίκια σήμερα.

Η αλήθεια όμως είναι ότι εκείνη η εξομολόγηση ήταν ορμητική μεν, αλλά υπολογισμένη στο έπακρον. «Για να μη νιώσει ο καταστηματάρχης που στο βάθος κάθονταν». Και για να ψιμυθιωθεί όσο γίνεται καλύτερα η φτωχή, μικρή περσόνα μου. Λένε ότι είναι αγαθόν το εξομολογείσθαι. Αλλά δεν είναι λίγο ύποπτο να εξομολογείσαι από το πρωί ως το βράδυ; 

Φοβάμαι ότι αναγνωρίζω την ίδια πεποιημένη «εξομολόγηση» στην άνετη εξωστρέφεια του facebook. Και μάλιστα, εξακοντισμένη στα επίπεδα μιας πολυπλοκότατης επικοινωνιακής επιστήμης. Που έχει αρχίσει κι αποκτάει αναγνωρίσιμα μοτίβα (με πρώτιστη την υπερχαρά και συνακόλουθα το υπεργαμεύσιμο του καθενός).

Κάθε προφίλ και μια ισορροπία τρόμου. Η δέουσα ποσόστωση επιδείξεων: ευφυΐας, κηρυγματολογικής θέρμης, καυλιάρικης υπεροχής, αποκαλυπτικής ευζωίας, ενός κάποιου ανακυκλωμένου χιούμορ, λίγο βιοτικό σινεμά-βεριτέ (από τη γωνία λήψης που κρύβει τον προγναθισμό μας), μεθυσμένοι σαρκασμοί που ο σκουπιδιάρης της αυγής σαρώνει με ένα σκυφτό, ενοχικό delete, μια υποψία σκιασμένου πέους, φράσεις που εξυπονοούν πολλά, ρήσεις που συντρίβουν κάθε καρδιά κλειστή σαν πέτρα. Ένα θέατρο της εσωτερικής ζωής.

Οπότε, μήπως είμαι λιγάκι αφελής να θέλω να ξεβρακωθώ μέσα σε αυτό το τσίρκο; Ιδίως τώρα που δεν είμαι και τρελό γκομενάκι;   Μήπως η περιώνυμη ειλικρίνεια του facebook είναι μια εξαιρετικά επιτυχημένη παρενδυσία ολκής; Όπου όλοι κάνουν τους ειλικρινείς και τους γυμνούς και τους φίλους, ενώ οι περισσότεροι παραμένουν μόνοι, προσχηματικοί και αισθησιακά ρακένδυτοι;  

Θα ήθελα πολύ να απαντήσω, αλλά φυσικά δεν ξέρω. Διαισθάνομαι κάτι περίεργο (όποτε συνάντησα φάτσες του facebook, σπάνια τις ταυτοποίησα με την εικόνα τους). Όμως, ποιος ξέρει αν λένε ψέματα ή αλήθεια τόσα εκατομμύρια πριγκίπισσες!

Απλώς, εγώ που έπαιξα αυτό το έργο, σε πρώιμη εποχή, δεν θα ‘θελα να το επαναλάβω.   

Αυλαία, χειροκροτήματα.



Πηγή: www.lifo.gr

Τρίτη, Δεκεμβρίου 31, 2013

Οι νέοι μάνατζερ με τα φανταχτερά ΜΒΑ και την έλλειψη γνώσης ...



Δεν είχα γράψει τίποτα για τα Πτυχία ... τα Μεταπτυχιακά ... και τα Ντοκτορά ( αυτά είναι απαραίτητα μερικές φορές ) ... για να μην με πουν κομπλεξικό αφού εγώ δεν έχω από τέτοια ... και ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα να πάρω και να βγάλω.

Αφού δεν έχω πάρει ακόμα το ECDL που το δίδασκα τόσα χρόνια ( μιας που το θεωρούσα ξεφτίλα να πάρω κάτι που το διδάσκω .. μόνο και μόνο για να έχω ένα χαρτί ) γιατί αλλιώς δεν μπορώ να μπω στο δημόσιο. Ευτυχώς κατά λάθος ... απέκτησα χωρίς να το ξέρω ( την προηγούμενη εβδομάδα το έμαθα ) ένα Keycert ( περίπου ίδιο με το ECDL ) ... από κάποιο σεμινάριο που έκανα πέρυσι.

Ο Dr. Νίκος Λυγερός που οι περισσότεροι θα ξέρετε και από τις πολλές αναρτήσεις που έχω κάνει γι αυτόν ... έχει τόσα μα τόσα Πτυχία ( μόνο και μόνο επειδή αναγκαζόταν να τα πάρει για να μπορέσει να γίνει καθηγητής πανεπιστημίου ) είπε σε μία συνέντευξη " Μου αρέσουν όλοι οι Άνθρωποι ... Τα Άτομα δεν μου αρέσουν ". Και όταν η δημοσιογράφος τον ρώτησε πως κάνετε αυτόν τον διαχωρισμό απάντησε " Άτομα είναι αυτά που στέκονται με τις ώρες στις Ουρές του ΟΑΕΔ για κάποιο Νούμερο ... αυτοί που θέλουν να αποκτήσουν περισσότερα Πτυχία ... Μεταπτυχιακά ... γιατί νομίζουν ότι έτσι θα πετύχουν ... " ...

Πριν 2 μέρες, είχα κουβέντα με μία κυρία για την δική της εμπειρία των Πτυχιούχων ... Είχε σε μια υπηρεσία δημοσίου 20 χρόνια Εμπειρία ... κρατούσε όλο το τμήμα στα χέρια της με την Εμπειρία της και την γνώση της ... και ήρθε ξαφνικά μία με Πτυχίο Οικονομικών ... και έκανε την Καμπόση. Σε υπηρεσία τουρισμού ... ήρθε μία Οικονομολόγος ... άσχετη με τον Τουρισμό ... και ήθελε να Διευθύνει ... Πως ??? Τι ήξερε από Τουρισμό ??? Τι είναι ο Τουρισμός ??? Αριθμοί και Ισολογισμοί ???

Γι αυτό βάζω ένα πολύ ωραίο άρθρο του Βαρουφάκη ( που εκτιμώ πάρα πολύ ) για να δείτε και την γνώμη ενός Καθηγητή Πανεπιστημίου ... Πτυχιούχου ... με μεγάλη Εμπειρία και Γνώση ...

---------------------------------------------------------------------------------------------------------


ΜΒΑ: Ένοχα Πτυχία Κούφια πτυχία, υπεύθυνα για πολλά κακά που συμβαίνουν  


" Κάθε χρόνο, εκατό χιλιάδες νέοι άνθρωποι στις ΗΠΑ και άλλοι τόσοι στον υπόλοιπο κόσμο αποφοιτούν με τον μεταπτυχιακό τίτλο του ΜΒΑ. Παράλληλα, οι εργοδότες «ψηφίζουν» υπέρ των ΜΒΑ, δίνοντας προτεραιότητα στους κατόχους του. Έτσι, επιβεβαιώνεται η προσδοκία των νέων ανθρώπων ότι ένα ΜΒΑ αποτελεί σοβαρή και αποδοτική επένδυση που εξασφαλίζει αποδοχές
άνω του μέσου όρου. Κάποτε ΜΒΑ πρόσφεραν πολύ λίγα ιδρύματα. Σήμερα δεν υπάρχει πανεπιστήμιο που είτε να μην προσφέρει ΜΒΑ είτε να μην έχει βάλει στα σκαριά ένα τέτοιο πρόγραμμα. Μπορεί όλοι αυτοί οι οξυδερκείς άνθρωποι να σφάλλουν;

Στη στήλη της περασμένης εβδομάδας, βασιζόμενος στο θεωρητικό υπόδειγμα του Michael Spence, επιχειρηματολόγησα για το ότι ένα πτυχίο μπορεί κάλλιστα να αναδειχθεί στο κυρίαρχο μέσο διαμεσολάβησης στην αγορά στελεχών επιχειρήσεων και ας είναι μισανθρωπικό και εκπαιδευτικά άθλιο. Δεν έδειξα ότι κάτι τέτοιο ισχύει με τα ΜΒΑ. Σήμερα επανέρχομαι για να επιχειρηματολογήσω για το ότι (α) το διδακτικό περιεχόμενο των ΜΒΑ είναι «κούφιο» και (β) η κουλτούρα των ΜΒΑ ευθύνεται σε σημαντικό βαθμό για το μέγεθος και την τροπή της παγκόσμιας κρίσης.

ΜΒΑ υπάρχουν δύο ειδών: τα ακριβά ΜΒΑ που προσφέρουν κραταιά ιδρύματα, π.χ. το Harvard Business School, και τα ΜΒΑ-αρπαχτές που προσφέρουν τα υπόλοιπα ιδρύματα, με σκοπό να εκμεταλλευτούν την αγωνία των νέων για δουλειά, πουλώντας τους τον τίτλο του ΜΒΑ άνευ του λογότυπου πανεπιστημίου ολκής, που όντως θα τους εξασφάλιζε μια καλή θέση εργασίας. Με τα ΜΒΑ-αρπαχτές (που διδάσκονται από ανθρώπους οι οποίοι δεν θα έβρισκαν ποτέ οι ίδιοι καλή δουλειά σε μια μεγάλη πολυεθνική) δεν θα ασχοληθώ, καθώς όλοι καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για απάτη. Αντίθετα, τα βέλη μου τα «φυλάω» για τα σοβαρά ΜΒΑ.

Ο Russell Ackoff ήταν από τους πρωτοπόρους στη διδασκαλία του μάνατζμεντ στις ΗΠΑ, όπου δίδασκε για χρόνια στο φημισμένο Wharton Business School. Όταν ρωτήθηκε ποια είναι τα οφέλη για τους νέους ανθρώπους από την παρακολούθηση ενός ΜΒΑ, απάντησε: «Τους μαθαίνουμε τρία πράγματα: πρώτον, πώς να μιλούν με αυτοπεποίθηση για πράγματα που δεν καταλαβαίνουν. Δεύτερον, τους προσφέρουμε «αρχές» οι οποίες τους βοηθούν να μην κάμπτονται όταν η πραγματικότητα συγκρούεται με τις απόψεις τους. Τρίτον, τους δίνουμε ένα πτυχίο το οποίο τους ανοίγει την πόρτα σε μια εταιρεία στην οποία μπορεί να μάθουν κάτι περί μάνατζμεντ». Η απάντηση του Ackoff είναι ειρωνική και όλο χιούμορ.

Όμως πηγαίνει στην καρδιά του προβλήματος, το οποίο δεν έχει σχέση με την ποιότητα των φοιτητών και αποφοίτων προγραμμάτων ΜΒΑ (άτομα που, αναμφίβολα, είναι στην πλειονότητά τους τετραπέρατα) αλλά με κάτι άλλο, πολύ πιο σημαντικό: με τον τρόπο που επιλέγει η κοινωνία να μορφώσει τη μελλοντική ηγεσία της. Οι προπαγανδιστές των ΜΒΑ (τα πανεπιστήμια που τα βλέπουν ως τη χήνα που γεννά τα χρυσά αυγά, οι πτυχιούχοι που έχουν έννομο συμφέρον να προστατεύσουν την αξία της «επένδυσής» τους κ.λπ.) αναφέρονται στη σημασία της διδασκαλίας της επιστήμης του μάνατζμεντ, στην ποιότητα των τεχνικών που διδάσκονται, στις κοινωνικές συμβάσεις που οι σπουδές αυτές εμφυσούν στους νέους μάνατζερ.

Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική. Όπως επισήμανε ο Henry Mintzberg, καθηγητής Σπουδών Μάνατζμεντ στο Πανεπιστήμιο του McGill, είναι αδύνατον να δημιουργήσεις μάνατζερ στο αμφιθέατρο όσα «επιχειρηματικά παίγνια» και να τους βάλεις να παίξουν, πόσο μάλιστα ηγέτες. Απλώς δεν γίνεται. «Το μάνατζμεντ δεν είναι επιστήμη», συνεχίζει ο Mintzberg, «είναι μια πρακτική τέχνη την οποία διδάσκεσαι πάνω στη δουλειά. Το να ισχυρίζεσαι ότι εκπαιδεύεις άτομα που δεν είναι μάνατζερ πώς να γίνουν μάνατζερ αποτελεί, πολύ απλά, μια τεράστια απάτη. Τους εμφυσάς την ύβρη του "δεν έχω διευθύνει τίποτα, αλλά μπορώ να τα διευθύνω όλα"».

Ο Phillip D. Broughton δούλευε ως ανταποκριτής της βρετανικής «Daily Telegraph» στο Παρίσι. Κάποια στιγμή πήρε δύο χρόνια άδεια για να κάνει το ΜΒΑ του στο Harvard Business School. Η εμπειρία τον συγκλόνισε τόσο που αποφάσισε να γράψει βιβλίο γι' αυτήν. Παραθέτω απόσπασμα: «Στο καλωσόρισμα, δευτεροετής φοιτητής μας έβγαλε λόγο, ξεκινώντας με μια κραυγή: "ΚΕΡΔΙΣΑΤΕΕΕΕ!... Είστε πλέον μέρος της ελίτ και πρέπει να συνηθίσετε σε αυτό!".

Πάλεψα άγρια με αυτή την ιδέα. Μου φάνταζε τόσο αυθάδης από τη μεριά της Σχολής και τόσο υποτιμητική για εμάς τους νεοφερμένους. Ήταν σαν να μην είχε σημασία τι είχαμε πετύχει στο παρελθόν ή τι αποφάσεις θα παίρναμε στο μέλλον. Μας έλεγαν πως απλώς και μόνο το ότι μπήκαμε στο Harvard Business School αρκούσε για να γίνουμε μέλη μιας υπερ-τάξης». Αυτή η νοοτροπία, σύμφωνα με τον Mintzberg, δεν είναι καθόλου άσχετη με την κρίση που ξέσπασε το 2008.

Σχολές όπως τα Business Schools των Ηarvard, Wharton, Stanford και MIT φέρουν τεράστια ευθύνη για τη δημιουργία και αναπαραγωγή μιας επιχειρηματικής «ηθικής» που στήριξε και μεγέθυνε τις τοξικές συμπεριφορές, οι οποίες οδήγησαν στην καταστροφή του 2008, τον ζοφερό αντίκτυπο της οποίας ο πλανήτης βιώνει ως και σήμερα. Για τον Mintzberg το πρόβλημα ξεκινά από τον διαχωρισμό μεταξύ εκείνων που γνωρίζουν πραγματικά μια επιχείρηση από εκείνους που έρχονται, ουρανοκατέβατοι, στολισμένοι με το παράσημο ενός ΜΒΑ από το Harvard, για να τη διοικήσουν.

Παλαιότερα, σε μια επιχείρηση όπως η General Motors, για να φτάσει κάποιος να γίνει διευθύνων σύμβουλος ή πρόεδρος, έπρεπε να ανέλθει μέσα από την εταιρεία, να ξεκινήσει εργαζόμενος κοντά στον ιμάντα παραγωγής, να περάσει κάποια χρόνια από τις λογιστικές και διοικητικές υπηρεσίες, το μάρκετινγκ και, μετά από είκοσι χρόνια, αν αποδεικνυόταν καλός στη δουλειά και αφού είχε γνωρίσει στο πετσί του την εταιρεία, να φτάσει σε υψηλή διευθυντική θέση.

Η κουλτούρα του ΜΒΑ ανέτρεψε πλήρως αυτήν τη διαδικασία. Ξάφνου, προσλαμβάνονταν νέοι πτυχιούχοι με ΜΒΑ, με μηδενική γνώση της επιχείρησης αλλά άπειρη αυτοπεποίθηση και κάποια «εργαλεία» μεγιστοποίησης της «αξίας» της επιχείρησης υπέρ των βραχυπρόθεσμων συμφερόντων των μετόχων της. Κάπως έτσι εταιρείες όπως η General Motors πτώχευσαν το 2008. 

Οι νέοι μάνατζερ με τα φανταχτερά ΜΒΑ και την έλλειψη γνώσης κι εκτίμησης γι' αυτό που πραγματικά ήταν οι επιχειρήσεις που τους προσέλαβαν τις έστρεψαν στα χρηματοοικονομικά προϊόντα (μετατρέποντας την General Motors σε αποθήκη τοξικών παραγώγων) και μετέφεραν ακόμα και το design (π.χ. η Boeing) των βασικών τους προϊόντων σε ξένες εταιρείες, υποβαθμίζοντας τους δικούς τους σχεδιαστές.

Όσο για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο, τα εγκλήματα των μάνατζερ με πτυχίο ΜΒΑ στην Enron, στη Lehman's κ.λπ. είναι πλέον καλά καταγεγραμμένα. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτού του είδους την κριτική την ασκούν στην πιο δριμεία μορφή της insiders, π.χ. ο Rakesh Khurana, καθηγητής του... Harvard Business School: «Τους διδάσκαμε ένα μοντέλο ανθρώπινης συμπεριφοράς υπεραπλουστευτικό και εσφαλμένο.

Και το χειρότερο: γρήγορα άρχισαν να συμπεριφέρονται σύμφωνα με αυτό! Να θεωρούν αυτονόητους εξωφρενικούς μισθούς και μπόνους. Να απαιτούν από τις εταιρείες να τους "λαδώνουν" με απίστευτα πακέτα μετοχών μόνο και μόνο για να... κάνουν τη δουλειά τους. Σε κανένα άλλο επάγγελμα δεν έχει παρατηρηθεί κάτι ανάλογο.

Ευθυνόμαστε σε μεγάλο βαθμό, εμείς οι καθηγητές τους, για ό,τι συνέβη μετά». Σύντομη βιβλιογραφία Philip D. Broughton (2008), What they teach you at Harvard Business School: My two years inside the cauldron of capitalism, Λονδίνο, Penguin/Sumantra Ghoshal (2003), «Business Schools share the blame for Enron», «Financial Times», 17 Ιουλίου 2003/Rakesh Khurana (2007), From higher aims to hired hands: The social transformation of American business schools and the unfulfilled promise of management as a profession, Princeton University Press/Henry Mintzberg (2004), Managers not MBAs: A hard look at the soft practice of managing and management development, San Francisco, Berrett-Koehler " 

Πηγή: www.lifo.gr